Νέες προβολές ορίστηκαν από την Κινηματογραφική Λέσχη Άνδρου, για την ταινία «Μικρά Αγγλία».
Αναλυτικά το πρόγραμμα έχει ως εξής:
Κυριακή 15 Δεκεμβρίου – 5:00 μ.μ. και 8:00 μ.μ.
Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου – 5:00 μ.μ.
Σάββατο 21 Δεκεμβρίου – 8:00 μ.μ.
Κυριακή 22 Δεκεμβρίου – 6:00 μ.μ.
Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου – 5:00 μ.μ.
Σάββατο 28 Δεκεμβρίου – 8:00 μ.μ.
Κυριακή 29 Δεκεμβρίου – 6:00 μ.μ.
Παρασκευή 3 Ιανουαρίου – 5:00 μ.μ.
Σάββατο 4 Ιανουαρίου – 8:00 μ.μ.
Κυριακή 5 Ιανουαρίου – 6:00 μ.μ.
Από την Κινηματογραφική Λέσχη Άνδρου σημειώνεται ότι θα τηρηθούν αυστηρά οι ώρες έναρξης της ταινίας. Εισητήρια και προσκλήσεις θα βρείτε στο Πρακτορείο Κασιδώνη στην Αγορά. Καθημερινά το πρωί: 8:00 – 15:30 και το απόγευμα 18:00 – 21:00. Κυριακή: 10:00 – 18:00.
Τηλέφωνο επικοινωνίας: 22820 29220
Λίγα λόγια για την ταινία:
Δραματική- 2013
Διάρκεια: 160′
Γλώσσα: Ελληνική
Σκηνοθεσία: Παντελής Βούλγαρης
Πρωταγωνιστούν: Πηνελόπη Τσιλίκα, Σοφία Κόκκαλη, Αννέζα Παπαδοπούλου, Ανδρέας Κωνσταντίνου, Μάξιμος Μουμούρης, Βασίλης Βασιλάκης, Χρήστος Καλαβρούζος, Ειρήνη Ιγγλέση, Βαγγελιώ Ανδρεαδάκη, Αγγελική Παπαθεμελή, Χρύσα Παπαϊωάννου, Κώστας Κλεφτόγιαννης, Κατερίνα Αντωνακάκη, Ζωή Λιανοστάθη, Κλέα Σαμαντά, Βασίλης Πομώνης, Νίκος Παντζόπουλος, Μιράντα Ζησιμοπούλου, Ιωάννα Πιατά, Ρεγγίνα Λεβεδιάνου, Αινείας Τσαμάτης.
Δεκαετία του ’30, Ανδρος. Η Όρσα παντρεύεται παρά τη θέλησή της με γνώμονα το συμφέρον και με απέραντο πόνο βλέπει τη μικρή της αδερφή να παντρεύεται τον μεγάλο της έρωτα. Το μυστικό αυτό απειλεί να διαλύσει τις ζωές τους, στην όμορφα κινηματογραφημένη και συγκινητική ταινία του Παντελή Βούλγαρη.
Η «Μικρά Αγγλία» είναι η εμπορικά δραστήρια Άνδρος της δεκαετίας του ’30 και του ’40, ένα νησί κατά κάποιο τρόπο δίχως άνδρες: οι περισσότεροι είναι ναυτικοί που θαλασσοδέρνονται το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου προσπαθώντας να βγάλουν τα προς το ζην, αφήνοντας τις γυναίκες τους να ζουν σαν χήρες πλην των λίγων εβδομάδων που τους υποδέχονται πίσω και πρέπει να βρουν τρόπο να συνυπάρξουν και να γεφυρώσουν τα χάσματα αναμεταξύ τους πριν το επόμενο μεγάλο ταξίδι.
Έτσι έχει περάσει τη ζωή της και η Μίνα, σύζυγος καπετάνιου που στέγνωσε συναισθηματικά από την τόση μοναξιά αλλά φρόντισε να αβγατίζει το κομπόδεμα του άντρα της και να διευθύνει με σιδερένια πυγμή το δικό της καράβι, το σπιτικό και τις κόρες της. Η μεγάλη, η Όρσα, κλεισμένη στον εαυτό της, του καθήκοντος και της σιωπής, η μικρή, η Μοσχούλα, εξωστρεφής και πιο φιλόδοξη: δηλώνει ότι θα φύγει από το νησί, ότι θα δει πράγματα και θα αγαπήσει παθιασμένα, ότι δε θα παντρευτεί ναυτικό για να μην μαραζώσει τη ζωή της περιμένοντας.
Η Όρσα αγαπά εδώ και χρόνια τον Σπύρο, έναν νεαρό ναυτικό από φτωχική οικογένεια, αλλά δεν έχει μοιραστεί το μυστικό της με κανέναν και αδυνατεί να πάει κόντρα στη μητέρα της όταν εκείνη την προξενεύει με γόνο πλούσιας αλλά ατυχήσασας οικογένειας. Και η ανείπωτη δυστυχία της Όρσας βαθαίνει τραγικά όταν, μετά από χρόνια, η αδερφή της τής γνωρίζει περιχαρής τον νέο της αρραβωνιαστικό: τον Σπύρο. Η συμβίωσή τους στο ίδιο δίπατο σπίτι θα στοιχειώσει, θα ρημάξει τις ζωές τους.
Εξαιρετική σε επίπεδο ανασύστασης εποχής και παραγωγής (ιδιαίτερα όσον αφορά τα σκηνικά του Αντώνη Δαγκλίδη και τα κοστούμια της Γιούλας Ζωιοπούλου), και αφοπλιστικά έντιμη στις προθέσεις της, η «Μικρά Αγγλία» ντύνει την ιστορία της με πανέμορφες εικόνες (η φωτογραφία είναι του Σίμου Σακερτζή), υπέροχη μουσική από την Κατερίνα Πολέμη και μπόλικη αυθεντική ατμόσφαιρα για να δημιουργήσει πειστικά μια κοινωνία που καταδικάζει τους άνδρες να είναι απόντες από την ζωή τους (ή, ενίοτε, να έχουν παραπάνω από μία ζωή) και τις γυναίκες να αναμετρώνται για χρόνια με τη μοναξιά τους.
Η ταινία θα μπορούσε να είναι κάπως πιο σφιχτή (θα μπορούσε να χάσει είκοσι λεπτά χωρίς να χάσει τη δύναμή της) αλλά το σενάριο της Ιωάννας Καρυστιάνη, που βασίστηκε στο δικό της, δημοφιλές μπεστ σέλερ από το 1997, βρίσκει σιγά-σιγά τους ρυθμούς του και συνολικά υπηρετεί την αποστολή του, επιλέγοντας να δομήσει τη χορταστική αφήγησή του γύρω από το ερωτικό τρίγωνο και αφήνοντας τα όποια ηθογραφικά στοιχεία, που τόσο κυριαρχούσαν στο μυθιστόρημα, να την πλαισιώσουν περισσότερο συμπληρωματικά.
Όπως και οι «Νύφες» μερικά χρόνια πριν, έτσι και εδώ ο Παντελής Βούλγαρης δείχνει τη μαεστρία του στον ευαίσθητο χειρισμό μιας τόσο συναισθηματικής και μελαγχολικής ιστορίας, και των κρυφών ανθρώπινων παθών και πόθων στο κέντρο της, χωρίς να πέφτει στην παγίδα του μελοδραματισμού ή του υπερβολικού λυρισμού. Χρησιμοποιεί το τοπίο οργανικά χωρίς να το ευτελίζει σε καρτποσταλικές εικόνες, κινηματογραφεί με κλασικό τρόπο αλλά και απέραντη τρυφερότητα, και κινείται με άνεση από τις μικρές λεπτομέρειες που χρωματίζουν μια ζωή, στις πιέσεις που αυτή η ζωή δέχεται από τον μικρόκοσμό της αλλά και από τις ιστορικο-πολιτικές εξελίξεις του έξω κόσμου, παραδίδοντας μια ταινία που είναι προσβάσιμη στο ευρύ κοινό δίχως καλλιτεχνικές εκπτώσεις.
Καθοδηγεί, τέλος, τους ηθοποιούς του σε αξιοπρεπείς, και σε μερικές περιπτώσεις πλήρεις και συγκινητικές ερμηνείες. Όλοι οι δεύτεροι ρόλοι ζωντανεύουν χάρη σε διαλεχτούς ηθοποιούς (Αννέζα Παπαδοπούλου, Βασίλης Βασιλάκης, Χρήστος Καλαβρούζος, Κατερίνα Αντωνακάκη, Βαγγελιώ Ανδρεαδάκη, Αγγελική Παπαθεμελή, και Ειρήνη Ιγγλέση), όπως διαλεχτή αποδεικνύεται και η κεντρική τετράδα, νέοι ηθοποιοί και στην περίπτωση των δύο κοριτσιών πρωτοεμφανιζόμενες.
Η μεν Σοφία Κόκαλη ωριμάζει υπέροχα τη Μόσχα της από εκρηκτική παιδούλα σε μια γυναίκα τσακισμένη, ενώ η Πηνελόπη Τσιλίκα ανταποκρίνεται ολοένα και καλύτερα στις δραματικές απαιτήσεις του ρόλου της – μαζί, φτιάχνουν μια μεστή, βαθιά αδελφική σχέση που αντέχει και συγκινεί.